risueño - ορισμός. Τι είναι το risueño
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι risueño - ορισμός

ACTRIZ ESPAÑOLA
Ana Risueno

risueño      
adj.
1) Que muestra risa. Que con facilidad se ríe.
2) fig. De aspecto deleitable, o capaz de infundir alegría.
3) fig. Próspero, favorable.
risueño      
risueño, -a (del lat. "risus", risa)
1 ("Estar, Ser") adj. Se dice del que, en cierta ocasión o habitualmente, tiene cara *alegre o sonriente o es propenso a reír.
2 Aplicado a cosas, de aspecto alegre: "Un paisaje risueño". Alegre, riente.
3 Aplicado a "esperanzas, perspectivas, porvenir" o palabras semejantes, prometedor de cosas agradables o convenientes. *Halagüeño.

Βικιπαίδεια

Ana Risueño

Ana Risueño Neila (Madrid, 22 de junio de 1969) es una actriz española.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για risueño
1. "Creo que no puedo esconder mi estilo", comenta risueño.
2. Es mi sombra", dice el actor irónico, levemente risueño.
3. Polanski representa perfectamente el personaje... y había que ver la cara de Nanni", comenta risueño.
4. Un rostro casi siempre risueño, con una barba escasa, como olvidada.
5. Randy Newman (Los Ángeles, 1'43) suena risueño al otro lado de la línea telefónica.
Τι είναι risueño - ορισμός